ΑΥΤΟΑΜΥΝΑ
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ , ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΑΥΤΟΑΜΥΝΑ
Το τι σημαίνει, όπως και το τί αποτελεί νόμιμη αυτοάμυνα δεν είναι κάτι το τόσο απλό ως μία έννοια σύμφωνα πάντοτε με αυτό που πιστεύει ο απλός πολίτης , ούτε είναι κατανοητό εύκολα ως ερμηνεία σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο και αυτό που ορίζει. Είναι επίσης σημαντικό και είναι γεγονός το πόσοι άνθρωποι αγνοούν τον νόμο περί της νόμιμης αυτοάμυνας .
Σας παραθέτω εν συντομία την νομοθεσία περί αυτοάμυνας παρακάτω :
Σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα (τα άρθρα 22, 23, 24, 25 και 32) ορίζεται πως:
Α. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας.
(Η άμυνα αποτελεί λόγο άρσης του άδικου χαρακτήρα μιας πράξης. Ο αμυνόμενος έχει το δικαίωμα να προασπίσει τα δικά του έννομα αγαθά προσβάλλοντας τα έννομα αγαθά του επιτιθέμενου.)
Β. Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου στην οποία προβαίνει το άτομο, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους.
Λέξεις κλειδιά : Αναγκαία, Άλλον, Παρούσα.
Αναγκαία – Σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει επικινδυνότητα και απειλή βλάβης και να είναι ο μοναδικός τρόπος για να αντικρουστεί μία απειλή τη δεδομένη στιγμή ώστε να στοιχειοθετηθεί η νόμιμη αυτοάμυνα.
Άλλον – Είναι νόμιμη η άμυνα προς χάριν τρίτου, όταν περιλαμβάνει όσα ισχύουν και για την προσωπική άμυνα.
Παρούσα – Συμβαίνει την ΙΔΙΑ στιγμή, αλλιώς δεν πρόκειται για νόμιμη αυτοάμυνα αλλά για εκδίκηση.
Γ. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις.
Εδώ σχετίζονται και δύο επιπλέον αρχές στην πράξη άμυνας.
Αναλογικότητα – Το οποιοδήποτε μέσο άμυνας θα πρέπει να είναι στο μέγιστο σημείο της ανάλογη με το μέσο που χρησιμοποιεί ο επιτιθέμενος. θα πρέπει να είναι το πολύ ανάλογη με την χρήση της επίθεσης και του κινδύνου που αυτή φέρει.
Αναγκαιότητα – Η φυσική πράξη άμυνας εναντίον του επιτιθέμενου πρέπει να είναι με απόλυτο μέτρο, και μόνο αφού δεν έχει αποδώσει η παθητική άμυνα (π.χ. αποφυγή, απόδραση ή και προσπάθεια αποκλιμάκωσης) και εφόσον έχουν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια.
Νόμιμη αυτοάμυνα – Σχετικά άρθρα του κώδικα.
Άρθρο 23 – Η Υπέρβαση της άμυνας.
Όποιος υπερβαίνει τα όρια της άμυνας τιμωρείται, αν η υπέρβαση έγινε με πρόθεση, με ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83), και αν έγινε από αμέλεια, σύμφωνα με τις διατάξεις τις σχετικές με αυτήν. Μένει ατιμώρητος και δεν του καταλογίζεται η υπέρβαση, αν ενέργησε με αυτόν τον τρόπο εξαιτίας του φόβου ή της ταραχής που του προκάλεσε η επίθεση.
(Εδώ εκλογικεύεται και δικαιολογείται η πραγματικότητα σε ότι αφορά το νομικό πλαίσιο της αυτοάμυνας αποδεχόμενος ο νόμος ότι η αντίδραση με αμυντική πράξη, είναι πολύ πιθανό να υπερβεί τα όρια που θέτει, λόγο ψυχολογικής φόρτισης που προκαλεί μια επίθεση. Προσοχή! Πρέπει το δικαστήριο να πειστεί για τα συναισθήματα του φόβου και της ταραχής. Εάν αποδειχθεί αυτό ο αμυνόμενος φέρει μειωμένη ποινική ευθύνη για τα επιπλέον χτυπήματα.)
Άρθρο 24 – Η υπαίτια κατάσταση άμυνας.
Δεν απαλλάσσεται από την ποινή που ορίζει ο νόμος όποιος με πρόθεση προκάλεσε την επίθεση άλλου για να διαπράξει εναντίον του αξιόποινη πράξη με το πρόσχημα της άμυνας.
(Αν ο αμυνόμενος προκαλέσει μια επίθεση με δική του ανάρμοστη συμπεριφορά, δεν θεωρείται άμυνα η απόκρουση μιας επίθεσης, αλλά δόλια άδικη επίθεση.)
Άρθρο 25 – Κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο.
Α. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελεί κάποιος, για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσα κίνδυνο, ο οποίος απειλεί το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή κάποιου άλλου χωρίς δική του υπαιτιότητα, αν η βλάβη που προκλήθηκε, στον άλλο είναι σημαντικά κατώτερη κατά το είδος και τη σπουδαιότητα από τη βλάβη που Απειλήθηκε.
Β. Η προηγούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται σε όποιον έχει καθήκον να εκτεθεί στον απειλούμενο κίνδυνο.
Γ. Η διάταξη του άρθρου 23 έχει ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτού του άρθρου.
Άρθρο 32 – Κατάσταση ανάγκης που αποκλείει τον καταλογισμό
Α. Δεν καταλογίζεται στο δράστη η πράξη που τελεί για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσα κίνδυνο ο οποίος απειλεί χωρίς δική του υπαιτιότητα το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή συγγενούς του, ανιόντος ή κατιόντος ή αδελφού ή συζύγου του αν η βλάβη που προκλήθηκε στον άλλον από την πράξη είναι κατά το είδος και τη σπουδαιότητα ανάλογη με τη βλάβη που Απειλήθηκε.
Β. Οι διατάξεις των παραγράφων Β. και Γ. του άρθρου 25 εφαρμόζονται και εδώ.
Συμπεράσματα.
Επειδή ένας αμυνόμενος αδυνατεί να σκέφτεται το νομικό πλαίσιο σε μια συμπλοκή, ο νόμος δικαιολογεί πράξεις που υπό άλλες συνθήκες είναι παράνομες επειδή βρίσκεται σε Αυτοάμυνα. Όμως, δεν αρκεί να λέει ή να νομίζει ότι έχει το δίκαιο, αλλά να μπορεί να το αποδείξει.
Αν η χρήση άμυνας, προκαλέσει τραυματισμό ή και θάνατο του επιτιθέμενου, ακολουθεί η δικαστική οδό με αυτεπάγγελτη δίωξη ή με μήνυση, όπου σχηματίζεται δικογραφία και πιθανότατα ασκούνται ποινικές διώξεις.
Ο αμυνόμενος στην καλή περίπτωση (αν αποδειχτεί η αναγκαιότητα) απαλλάσσεται και, στην κακή, απαλλάσσεται όταν η υπόθεση φτάσει στο ακροατήριο.
Στη πραγματικότητα, τα γενικότερα νομικά «μπερδέματα» (ή ξεμπερδέματα;) κατόπιν την εκάστοτε πράξη βίας είναι πάντα δαπανηρά, μακρόχρονα και ψυχοφθόρα. Η συμβουλή μας είναι «Ου μπλέξεις!» και δώσετε έμφαση στις ανθρώπινες δεξιότητες βρίσκοντας την κατάλληλη εκπαίδευση αυτοάμυνας.
Όλοι λίγο-πολύ γνωρίζουμε ότι αν ένα έγκλημα (π.χ. φόνος) τελεστεί σε κατάσταση άμυνας, ο δράστης δεν τιμωρείται. Ο Ποινικός Κώδικας ορίζει ρητά άλλωστε ότι «δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας». Η ρύθμιση αυτή είναι αυτονόητη συνέπεια της αίσθησης αυτοσυντήρησης και της ανάγκης του καθενός να προστατεύσει τον εαυτό του ή και τρίτους από επιθέσεις.
Ο νομικός ορισμός της άμυνας είναι ο εξής : Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου, στην οποία προβαίνει κάποιος, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους.
Από τον ορισμό αυτό προκύπτουν επιγραμματικά κάποιες βασικές αρχές, που ισχύουν στη νόμιμη άμυνα, προκειμένου αυτή να μην τιμωρηθεί :
Καταρχάς θα πρέπει η εναντίον μας επίθεση να είναι άδικη και παράνομη, έτσι π.χ. κάποιος που πυροβολεί το δικαστικό κλητήρα, που έρχεται να του κατασχέσει πράγματα, δεν είναι σε άμυνα, διότι ο κλητήρας λειτουργεί στα πλαίσια του Νόμου και κατόπιν εντολής.
Έπειτα θα πρέπει άμυνα και επίθεση να ταυτίζονται χρονικά ή τουλάχιστον να είναι πολύ κοντά, έτσι π.χ. αν κάποιος μας πυροβολήσει και φύγει, δε νοείται να τον βρούμε μετά από μία εβδομάδα στο καφενείο και να τον πυροβολήσουμε εξ επαφής, ενώ αν π.χ ο δράστης κυνηγάει το θύμα επί ώρες, η άμυνα είναι δυνατή, για όσο χρόνο υφίσταται αυτή η κατάσταση, διότι εδώ η επίθεση έχει διάρκεια. Επίσης αν το θύμα π.χ. καταφέρει να αφοπλίσει τον επίδοξο δράστη, η επίθεση λογικά έχει τελειώσει, οπότε αν στη συνέχεια τον σκοτώσει, θα έχει πρόβλημα.
Τρίτον και βασικότερο, η άμυνα οφείλει να είναι η αναγκαία, όπως λέει ο Νόμος και εδώ είναι ένα λεπτό σημείο, που μπορεί και δημιουργεί στην πράξη προβλήματα στον αμυνόμενο, διότι αν έχουμε υπέρβαση του αναγκαίου ορίου και μέτρου, η πράξη άμυνας μπορεί να κριθεί ως άδικη και να τιμωρηθεί ! Έτσι π.χ. αν μας επιτεθεί κάποιος με ύβρεις, η άμυνα με πυροβολισμό προφανώς υπερβαίνει το μέτρο και θα τιμωρηθούμε για ανθρωποκτονία με πρόθεση (ίσως με ελαφρυντικό). Τα όρια βέβαια δεν είναι πάντα τόσο ευδιάκριτα, αλλά συχνά πολύ λεπτά, για αυτό ο Νόμος αναφέρει ορισμένα κριτήρια, με βάση τα οποία θα κριθεί το αναγκαίο μέτρο της άμυνας και αυτά είναι: η επικινδυνότητα, το είδος, ο τρόπος και η ένταση της επίθεσης, η βλάβη που επεδίωκε ο επιτιθέμενος και οι λοιπές περιστάσεις.
Όποιος υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο άμυνας, τιμωρείται, αν η υπέρβαση έγινε με πρόθεση, με ποινή ελαττωμένη, ενώ αν έγινε η υπέρβαση από αμέλεια, με την ποινή, που προβλέπεται για το αντίστοιχο έγκλημα εξ αμελείας.
Αν όμως η υπέρβαση οφείλεται στο φόβο και την ταραχή, που του προκάλεσε η επίθεση, τότε μένει ατιμώρητος! Έτσι π.χ. αν διαπιστώσει κάποιος έντρομος μέσα στη νύχτα ότι έχει μπει διαρρήκτης στο σπίτι του και τον πυροβολήσει, ακόμα και αν ο επίδοξος ληστής ήταν άοπλος, τότε με βάση τις περιστάσεις, θεωρώ ότι ο αμυνόμενος, θα πρέπει να κριθεί ατιμώρητος, (σ.σ. άλλο τι πρέπει και άλλο τι θα γίνει στην πραγματικότητα – δικάζουν άνθρωποι, όχι μηχανές) διότι ήταν προφανώς φοβισμένος και δεν μπορούσε μέσα στο σκοτάδι να διακρίνει αν ο εισβολέας οπλοφορούσε ή όχι!
Να σημειωθεί τέλος ότι αν κάποιος προκαλέσει με πρόθεση την επίθεση του άλλου, για να τον πλήξει δήθεν σε κατάσταση άμυνας, τότε θα τιμωρηθεί κανονικά για το έγκλημα.
ΤΣΙΦΛΙΔΗΣ Σ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ
Καθηγητής Ενηλίκων - Σύμβουλος Ασφαλείας - Εκπαιδευτής της Ελληνικής Αστυνομίας
των Σχολών Δοκίμων Αστυφυλάκων & των Σωμάτων Ασφαλείας - Εκπαιδευτής ( Ι.Δ.Α.Φ.Κ. ) -
Ινστιτούτο Διαχείρισης Ανθρωπογενών Φυσικών Καταστροφών - ( Π.ΔΙΚ.Π.Π.Δ.Κ.) ,
Πανελλαδικό Δίκτυο Πολιτικής Προστασίας & Διαχείρισης Κρίσεων Ελλάδος .